8 ΜΑΡΤΗ-ΗΜΕΡΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑ | ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑ ΤΗΣ Α.Π.Ο.
H φετινή 8η Μάρτη μας βρίσκει να συμμετέχουμε στην «1η Διεθνή Πολιτική, Καλλιτεχνική, Αθλητική και Πολιτιστική Συνάντηση Γυναικών που αγωνίζονται», η οποία οργανώνεται από τις γυναίκες Ζαπατίστας, στο Caracol της Morelia στο Μεξικό.
Από την Ελλάδα, μέχρι το Μεξικό και την Τουρκία, Αγώνες Γυναικών για την Ελευθερία
Ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός και το βάθεμα της επίθεσης των ισχυρών απέναντι στα πληβειακά στρώματα εντείνουν τη δημιουργία πλαστών διαχωρισμών και με βάση το φύλο.
Η πατριαρχία, η οποία προϋπήρχε του καπιταλιστικού συστήματος και μάλιστα χρησιμοποιήθηκε από το κεφάλαιο για την εδραίωσή του, εξακολουθεί να αποτελεί βάση του κόσμου της εξουσίας καθώς και ένα από τα κύρια εργαλεία αναπαραγωγής του. Γιατί το αλληλοφάγωμα των από τα κάτω αποτελεί μία βασική προϋπόθεση για το σύστημα, αφού απέναντι στους αντικοινωνικούς του σχεδιασμούς θα έχει ένα κατακερματισμένο, αλλοτριωμένο και ανίσχυρο κοινωνικό σώμα.
Εμείς, ως αναρχικές, που θεωρούμε τους αγώνες των γυναικών από τα κάτω αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών και ταξικών αγώνων, προτάσσουμε πως η απελευθέρωση των καταπιεσμένων θα είναι έργο δικό τους, που θα κατακτηθεί μέσα από τις δικές τους προσπάθειες και μάχες, και δεν μπορεί ποτέ να αφεθεί στα χέρια κάποιων ειδικών.
Αντιλαμβανόμαστε πως απέναντι στην γενικευμένη επίθεση που δεχόμαστε, ο μόνος δρόμος είναι ο διεθνιστικός και οικουμενικός αγώνας των ίδιων των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων, γυναικών και ανδρών, για την καταστροφή του κράτους και του κεφάλαιου, για την κοινωνική επανάσταση. Ένας αγώνας, τον οποίο οι γυναίκες και οι αντιστάσεις τους διατρέχουν όλα τα σημεία του, γιατί “χωρίς τις γυναίκες, αυτός ο αγώνας δεν θα ήταν για το λαό, αλλά για τους άντρες” γιατί “αγωνιζόμαστε για έναν κόσμο στον οποίο να χωρούν όλοι”.
Είναι ένας δρόμος που περνά μέσα από την σύνδεση όλων εκείνων των εστιών αντίστασης που ξεσπούν σε κάθε γωνία του κόσμου και καταφέρνουν να προτάσσουν και να υπερασπίζονται τις ελευθεριακές αξίες, τις αρχές της ισότητας, της αλληλεγγύης, να αφυπνίζουν και να διαμορφώνουν συνειδήσεις στην κατεύθυνση της χειραφέτησης και της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Από αυτή τη γωνιά του κόσμου, χαιρετίζουμε τους αγώνες των γυναικών που ξεσπούν από την Τουρκία ως το Αφρίν και από την Τσιάπας ως την Παλαιστίνη. Χαιρετίζουμε τη 1η διεθνή συνάντηση των γυναικών που αγωνίζονται, που καλείται από τις γυναίκες Ζαπατίστας.
Κρατάμε ζωντανούς στη μνήμη μας τους ταξικούς αγώνες των γυναικών εργατριών του 19ου αιώνα, που συμβολίζει η 8η Μάρτη, υψώνουμε τις γροθιές μας σε αλληλεγγύη προς όλες τις γυναίκες που στέκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα και συνεχίζουμε να παλεύουμε ανένδοτα μέχρι το γκρέμισμα του κόσμου της εξουσίας, για την οικοδόμηση του κόσμου της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας.
ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓYΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ, ΤΗΝ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ, ΤΙΣ ΕΜΦΥΛΕΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ,
ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ
Ομάδα ενάντια στην πατριαρχία
Αναρχική Πολιτική Οργάνωση-Ομοσπονδία Συλλογικοτήτων
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΙ Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΜΑΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ!
Δεν είναι εύκολο να είσαι “γυναίκα”. Ανεξάρτητα από το που γεννηθήκαμε…Στην Ανατολή ή στην Δύση, σε μια μικρή πόλη ή σε μια μεγαλούπολη, οι ζωές μας ήταν πάντοτε δύσκολες. Αυτά που αντιμετωπίσαμε ήταν ίδια. Τις περισσότερες φορές, οι “ευθύνες” μετατρέπονταν σε “υποχρεώσεις” για μας. Ακόμη και αν είμαστε πολύ διαφορετικές, ακόμη και αν μιλούμε διαφορετικές γλώσσες, ακόμη και αν δεν μοιάζουμε μεταξύ μας· φέρουμε ένα κομμάτι μέσα μας, που είναι κοινό.
Διδαχτήκαμε τα ίδια πράγματα· ότι είμαστε εύθραυστες και αδύναμες, ότι είμαστε περίεργες και ανόητες, ότι πρέπει να συμπεριφερόμαστε καλά και να είμαστε υπάκουες. Διδαχτήκαμε πως πρέπει να φροντίζουμε την οικογένειά μας, να προσέχουμε τα παιδιά μας. Διδαχτήκαμε πως να μην λέμε “όχι”, να μην προκαλούμε ή να μην αγωνιζόμαστε. Είμαστε όλες δεμένες χειροπόδαρα από την πατριαρχία.
Γνωρίσαμε αρκετές γυναίκες… Ήταν οι μητέρες, οι κόρες, οι αδερφές, οι γειτόνισσες, οι φίλες μας που τις εξευτέλιζαν, τις προσέβαλαν, τις πίεζαν, τις εξέδιδαν, τις καταπίεζαν, τις πουλούσαν, τις χτυπούσαν, τις παρενοχλούσαν, τους επιτίθονταν, τις κακοποιούσαν, τις βίαζαν, τις δολοφονούσαν και τεμάχιζαν τα σώματά τους…
Και έπειτα τους έλεγαν ότι όλα αυτά τους άξιζαν. Στα εδάφη που ζούμε, καθημερινά μια γυναίκα σκοτώνεται λόγω της “ηθικής”. Τα έθιμα, οι παραδόσεις και οι ηθικές αξίες δικαιολογούν τους δολοφόνους. Τις δολοφονίες γυναικών ακολουθούν ερωτήσεις όπως τι γύρευαν στο δρόμο μέσα στο σκοτάδι; γιατί φορούσαν κοντές φούστες; Και όταν μια γυναίκα βιάζεται, έπειτα εξαναγκάζεται να αποδείξει πως “όλα εκείνα” συνέβησαν δίχως την συγκατάθεσή της.
Γνωρίζουμε καλά εκείνες τις γυναίκες. Είμαστε εμείς. Τις γνωρίζουμε από τα φευγαλέα βλέμματα τους καθρέφτες, τις γνωρίζουμε από τις κραυγές τους, τις γνωρίζουμε πολύ καλά, διότι περνούμε τα ίδια… Καθημερινά μαθαίνουμε όλο και περισσότερα η μια από την άλλη. Έχουμε μάθει να λέμε “όχι”, μάθαμε να βάζουμε τα χέρια μας στη μέση μας, και μάθαμε πως να προκαλούμε και να παλεύουμε. Όλα αυτά τα μάθαμε η μια από την άλλη.
Ξεκινήσαμε να μαχόμαστε με όλα όσα μας έμαθαν. Ξεκινήσαμε να παλεύουμε με την πατριαρχία, με όσους προσπαθούν να μας πείσουν πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Ξεκινήσαμε να αγωνιζόμαστε για τους εαυτούς μας, για κάθε μια από εμάς.
Κρατώντας η μια το χέρι της άλλης, γινόμαστε πιο δυνατές, πιο γενναίες, πιο ενεργοποιημένες, πιο συνειδητοποιημένες, πιο πεισμωμένες, πιο ελεύθερες…Μάθαμε να κατανοούμε, μάθαμε να βοηθούμε η μια την άλλη, το οποίο έγινε αντανακλαστικό μας. Μάθαμε να είμαστε “εμείς”. Μάθαμε πως το να είμαστε “Εμείς” μας κάνει ελεύθερες.
Καθώς πολεμούμε την πατριαρχία, γινόμαστε μέρα με τη μέρα πιο οργανωμένες. Είδαμε πως όταν βρισκόμαστε μαζί, τίποτα δεν μπορεί να μας κρατήσει μακριά από τον αγώνα μας.
Σήμερα, για τη Διεθνή μέρα της Γυναίκας, η διεθνής αλληλεγγύη των γυναικών μας ενθαρρύνει, μας δίνει δύναμη. Η αλληλεγγύη που διαπερνά τα σύνορα, αποδεικνύει άλλη μια φορά πως, όπου και αν βρισκόμαστε, τίποτα δεν μπορεί να μας στερήσει την ελευθερία μας.
“Anarşist Kadınlar” (“Αναρχικές Γυναίκες”)
Στιγμιότυπα από γυναικείους εργατικούς αγώνες στις αρχές του 20ου αιώνα στις ΗΠΑ
Οι ρίζες της 8ης Μάρτη, ηµέρας που προτάθηκε το 1910 για να τιµηθούν οι γυναικείοι αγώνες, χάνονται βαθιά µέσα στο χρόνο. Σύµφωνα µε µία εκδοχή, στις 8 Μάρτη 1857 υπήρξε απεργία εργατριών ιµατισµού στη Νέα Υόρκη. Άλλες πηγές τοποθετούν τις απαρχές της «Ηµέρας της Γυναίκας» σε µια διαδήλωση απεργών το 1908 στην ίδια πόλη, ενώ άλλες υποστηρίζουν ότι αντλεί την έµπνευσή της από περισσότερους από έναν ταξικούς αγώνες. Το σίγουρο όµως είναι ότι αυτές οι ρίζες εντοπίζονται σε µια εποχή που στιγµατίστηκε από κινητοποιήσεις και απεργίες εργατριών στην Αµερική, µεταναστριών στην πλειοψηφία τους, που αντιπροσώπευαν το πιο άγρια εκµεταλλευόµενο κοµµάτι στα εργοστάσια και τις βιοτεχνίες, και οι οποίες ήρθαν σε σύγκρουση µε τα αφεντικά και την αστυνοµία, ενώ ταυτόχρονα, µέσα από την απόφασή τους να οργανωθούν και να αγωνιστούν, βρέθηκαν σε σφοδρή αντιπαράθεση µε τους καθιερωµένους και επιβεβληµένους έµφυλους ρόλους που τις ήθελαν εξαρτηµένες από τις οικογένειες και τους συζύγους τους, ανήµπορες να αντιδράσουν στους επιστάτες µέσα στα εργασιακά κάτεργα και φοβισµένες µπροστά στην καταστολή.
Τον χειµώνα του 1909-1910, ξεσπά η απεργία που έµεινε γνωστή ως η «Εξέγερση των 20.000», παραλύοντας 600 βιοτεχνίες γυναικείων ενδυµάτων της Νέας Υόρκης, οι µεγαλύτερες των οποίων ήταν η Triagle Waist και η Leiserson, σε έναν κλάδο που οι γυναίκες αντιπροσώπευαν το 70% των εργαζόµενων. Το µεγαλύτερο ποσοστό τους ήταν κορίτσια κάτω των 20 ετών, Εβραίες και Ιταλίδες µετανάστριες. Η αποφασιστικότητά τους ήταν εκείνη που καθόρισε την κήρυξη της απεργίας. Στις 22 Νοέµβρη 1909, στην κατάµεστη αίθουσα του Cooper Union στο Μανχάταν, η Κλάρα Λέµλικ άκουγε για περισσότερες από τέσσερις ώρες τους άντρες να µιλούν για τα µειονεκτήµατα και τους κινδύνους που περίµεναν τους εργάτες αν κατέβαιναν σε γενική απεργία. Κάποια στιγµή σηκώθηκε στο βήµα και είπε: “Άκουσα όλους τους οµιλητές και δεν διαθέτω πια άλλη υποµονή. Είµαι εργάτρια, µια από όλες αυτές που απεργούν ενάντια στις αφόρητες συνθήκες. Κουράστηκα να ακούω τους οµιλητές να µιλούν µε γενικότητες. Εδώ ήρθαµε να αποφασίσουµε αν θα κατέβουµε σε απεργία ή όχι. Εγώ προτείνω να κατέβουµε σε γενική απεργία – τώρα!”.
Η πρότασή της αντανακλούσε τη βούληση των περισσότερων εργατριών και ξεσήκωσε κύµα ενθουσιασµού στην κατάµεστη αίθουσα. Η απεργία διήρκησε τρεις µήνες και ήταν πρωτοφανής για τους εργοδότες, οι οποίοι χρησιµοποίησαν κάθε µέσο που διέθεταν στο οπλοστάσιό τους για να τη σπάσουν: την αστυνοµία, απεργοσπάστες, µπράβους που χτυπούσαν τις εργάτριες στις απεργιακές φρουρές. Αναφέρεται ότι οι πατεράδες και οι σύζυγοί τους προσπαθούσαν να τις αποτρέψουν από το να κατεβαίνουν στο δρόµο «για την ασφάλειά τους», και έτσι οι ίδιες χρειάστηκε να συγκρουστούν σε πολλά επίπεδα, µέσα στο οικογενειακό τους περιβάλλον και τις κοινότητές τους, προκειµένου να συνεχίσουν τον αγώνα. Κατά τη διάρκεια της απεργίας συνελήφθησαν περισσότερες από 723 κοπέλες και 19 φυλακίστηκαν. Χαρακτηριστική για το κλίµα, ήταν η δήλωση ενός δικαστή, την ώρα που εκφωνούσε την καταδικαστική απόφαση σε βάρος κάποιας εργάτριας για «υποκίνηση ταραχών»: “Απεργείτε ενάντια στον Θεό και τη Φύση, που οι νόµοι τους υπαγορεύουν πως ο άνθρωπος θα κερδίζει το ψωµί του µε τον ιδρώτα του. Κάνετε απεργία ενάντια στον Θεό!”.
Τον Φεβρουάριο του 1910, η απεργία έληξε µε την υπογραφή συµφωνίας που προέβλεπε αυξήσεις στα µεροκάµατα, µείωση των ωρών εργασίας και ίση µεταχείριση για τα µέλη του σωµατείου, χωρίς ωστόσο να µεταβληθούν οι συνθήκες σκληρής εκµετάλλευσης, υποτίµησης της ζωής των εργαζοµένων και εργοδοτικής τροµοκρατίας στους χώρους δουλειάς, µε τραγικές συνέπειες έναν χρόνο αργότερα.
Στις 25 Μάρτη του 1911, ξέσπασε φωτιά στο πολυώροφο κτήριο όπου στεγαζόταν το εργοστάσιο της Triangle Waist – µία από τις επιχειρήσεις που είχε βρεθεί στο επίκεντρο των καταγγελιών της πρόσφατης απεργίας για τις άθλιες συνθήκες εργασίας που επικρατούσαν. Εκεί εργάζονταν για περισσότερες από 10 ώρες την ηµέρα, έξι ηµέρες την εβδοµάδα, περίπου 500 γυναίκες, κυρίως µετανάστριες, ανάµεσά τους πολλά κορίτσια ακόµα και 13-14 ετών, µε τις ραπτοµηχανές τους. Όταν ξέσπασε η φωτιά στον όγδοο όροφο του κτιρίου, οι εργάτριες ήταν κλειδωµένες µέσα στο εργοστάσιο. Αυτή η τακτική ήταν πάγια ώστε να εµποδίζεται η είσοδος µελών του σωµατείου, αλλά και η έξοδος τωνεργατριών κατά τη διάρκεια της δουλειάς. Η φωτιά εξαπλώθηκε αστραπιαία, µε αποτέλεσµα τον θάνατο 146 γυναικών. Οι ιδιοκτήτες της εταιρείας που δικάστηκαν το 1914 αθωώθηκαν. Η ευθύνη τους περιορίστηκε στην καταβολή µιας ελάχιστης χρηµατικής αποζηµίωσης. Η τραγωδία συγκλόνισε την πόλη και οι εφηµερίδες έσπευσαν να εκφραστούν µε συµπάθεια για τα θύµατα. Ωστόσο, για τις εργάτριες που αντιµετώπιζαν λοιδορίες και απειλές λίγο καιρό πριν, όταν απεργούσαν ενάντια στις ίδιες συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατο τις συντρόφισσές τους, η οργή ξεχειλίζει. Σε µια τεράστια επιµνηµόσυνη τελετή, η Rose Schneiderman, εκφωνεί τον ακόλουθο λόγο:
“ Θα ήµουν προδότρια απέναντι σε εκείνα τα απανθρακωµένα σώµατα αν ερχόµουν εδώ να µιλήσω για αδελφοσύνη. Εσάς τους καλούς πολίτες σας δικάσαµε και σας βρήκαµε λειψούς. […] Δεν είναι η πρώτη φορά που κορίτσια καίγονται ζωντανά σε αυτή την πόλη. Κάθε βδοµάδα µαθαίνω πως µία από τις συναδέλφους µου πέθανε πρόωρα. Κάθε χρόνο χιλιάδες από εµάς ακρωτηριάζονται. Η ζωή αντρών και γυναικών είναι τόσο φτηνή και η ιδιοκτησία τόσο ιερή. Είµαστε τόσοι πολλοί για µια θέση εργασίας που και να καούν 146 από εµάς µικρή σηµασία έχει. […]
Σας έχουµε δικάσει, εσάς τους καλούς πολίτες. Σας βλέπουµε τώρα, που έχετε λίγα δολάρια να δώσετε σαν φιλανθρωπία στις µητέρες και τα αδέρφια που θρηνούν. Αλλά κάθε φορά που οι εργάτριες απεργούµε για να αντισταθούµε µε τον µόνο τρόπο που ξέρουµε απέναντι σε συνθήκες αβάσταχτες, τότε έρχεται το χέρι του νόµου να µας καταπνίξει. Οι αξιωµατούχοι του κράτους έχουν να µας πουν µόνο προειδοποιητικά λόγια. Μας προειδοποιούν ότι πρέπει να είµαστε φιλειρηνικές, αλλιώς υπάρχει και η φυλακή. Κάθε φορά που ξεσηκωνόµαστε, η πυγµή του νόµου µας σπρώχνει µε τη βία πίσω σε αβίωτες συνθήκες ζωής.
Δεν µπορώ να µιλήσω για αδελφοσύνη σε εσάς που µαζευτήκατε εδώ. Έχει χυθεί πάρα πολύ αίµα. Από την εµπειρία µου γνωρίζω πως η σωτηρία των εργαζόµενων είναι δική τους υπόθεση. Και ο µόνος τρόπος γι’ αυτό είναι ένα ισχυρό εργατικό κίνηµα”.
Ψωµί και τριαντάφυλλα. Το 1912 ξεσπά η απεργία των κλωστοϋφαντουργών στο Λώρενς της Μασαχουσέτης, αψηφώντας τα συντηρητικά συνδικάτα της Αµερικανικής Οµοσπονδίας Εργασίας (AFL), τα οποία υποστήριζαν ότι θα ήταν αδύνατον να οργανωθεί ένα µεγάλο πλήθος µεταναστών εργατών, που στο µεγαλύτερο ποσοστό τους ήταν γυναίκες. Εξάλλου, εγγεγραµµένα µέλη στην AFL ήταν µόνο λευκοί άντρες. Δεν δεχόταν στους κόλπους της Μαύρους Αµερικανούς και µέχρι το 1918 απαγορευόταν η ένταξη γυναικών στα συνδικάτα της – ακόµα και σε κλάδους όπως η υφαντουργία όπου αποτελούσαν την πλειοψηφία. Η AFL αντιτάχθηκε στην απεργία, την οποία στήριξαν οι Βιοµηχανικοί Εργάτες του Κόσµου (IWW), αποκαλώντας την «επαναστατική και αναρχική».
Η απεργία είχε πράγµατι αυθόρµητα χαρακτηριστικά και ξέσπασε σε µια πόλη που ελεγχόταν πλήρως από τις µεγάλες εταιρείες κλωστοϋφαντουργίας, όπου µε την είσοδο των µηχανών είχαν προχωρήσει σε απολύσεις και χρειαζόντουσαν κατά βάση φτηνό και ανειδίκευτο προσωπικό, µε αποτέλεσµα να εργάζονται σε µεγάλο βαθµό νεαρά κορίτσια και παιδιά, και σε εξαντλητική εντατικοποίηση της παραγωγής, οδηγώντας τους σε ασθένειες και σε θανάτους. Οι εργάτες διέµεναν σε κτήρια που ανήκαν στις επιχειρήσεις, όπου αποτελούσε συνήθη πρακτική να στοιβάζονται πολλές οικογένειες σε κοινά διαµερίσµατα, προσπαθώντας να επιβιώσουν σε ακραίες συνθήκες πείνας και ανέχειας.
Χαρακτηριστικά, το ποσοστό θνησιµότητας για τα παιδιά κάτω των 6 ετών ήταν 50% και το 36% των αντρών και των γυναικών κλωστοϋφαντουργών πέθαινε πριν την ηλικία των 25.
“Η συγκεκριµένη απεργία είχε δύο καινοτοµίες: την οργάνωσαν και πρωτοστάτησαν σε αυτήν γυναίκες, καθώς επίσης υπήρξε συνειδητή απόφαση να ενωθούν στον αγώνα εργάτες διαφορετικών εθνικοτήτων. Κάθε συνέλευση και συνεδρίαση του σωµατείου µεταφραζόταν σε 25 διαφορετικές γλώσσες. […] Οι απεργοί του Λώρενς σχηµάτιζαν κινούµενες ανθρώπινες αλυσίδες µε τα σώµατά τους µπροστά στα εργοστάσια για να εµποδίσουν την είσοδο απεργοσπαστών και τις εφορµήσεις της αστυνοµίας που επιχειρούσε συλλήψεις. Οι γυναίκες ήταν ιδιαίτερα µαχητικές και αποτελεσµατικές στην παρεµπόδιση των απεργοσπαστών. Όταν συλλαµβάνονταν, αρνούνταν να πληρώσουν εγγυήσεις. Μόλις έβγαιναν από τα κρατητήρια, επέστρεφαν στις απεργιακές φρουρές. Ένα παγωµένο πρωινό, η αστυνοµία τις κατέβρεξε µε µάνικες νερού. Εκείνες κατάφεραν να πιάσουν έναν µπάτσο πάνω σε µια γέφυρα, του αφαίρεσαν τη στολή και παραλίγο να τον πετάξουν στο ποτάµι. Στη δίκη που ακολούθησε, κάποιος δικηγόρος ανέφερε: ένας αστυνοµικός µπορεί να καταφέρει δέκα άντρες, αλλά χρειάζονται δέκα αστυνοµικοί για να τα βγάλουν πέρα µε µία γυναίκα”.
Οι απεργοί απαντούσαν στις επιθέσεις της αστυνοµίας πετώντας κοµµάτια πάγου και σπάζοντας τα παράθυρα των εργοστασίων. Στην καταστολή της απεργίας αναφέρονται τρεις τουλάχιστον νεκροί εργάτες. Ανάµεσά τους η Anna LoPizzo, µετανάστρια από την Ιταλία, που δέχτηκε µια σφαίρα στο στήθος όταν αστυνοµικοί άνοιξαν πυρ κατά των απεργών, στη διάρκεια συγκρούσεων.
Λάντλοου. Το φθινόπωρο του 1913, κατεβαίνουν σε απεργία οι ανθρακωρύχοι στα ορυχεία του Ροκφέρλερ στο Κολοράντο. Οι απεργοί εκδιώκονται από τα σπίτια της εταιρείας και στήνουν καταυλισµό, όπου για µήνες οργανώνουν τη ζωή και τον αγώνα τους εκατοντάδες οικογένειες µεταναστών εργατών. Τον Απρίλη του 1914 η Εθνοφρουρά καλείται να καταπνίξει οριστικά την απεργία. Επιτίθεται µε όπλα στον καταυλισµό και βάζει φωτιά στις σκηνές, αφήνοντας πίσω της 25 νεκρούς, γυναίκες, άντρες και παιδιά.
“Με το ξέσπασµα της απεργίας κάτι άλλαξε στις γυναίκες των οικισµών. (…) Σύµφωνα µε την United Mine Workers Journal της 16ης Οκτωβρίου, στο Σόπρις οι γυναίκες ήταν οι πιο µαχητικές και µε πολλή προσπάθεια τις εµπόδισαν να «καθαρίσουν» τους «κίτρινους» εργάτες. Και στις 30 Νοεµβρίου, όταν κατέφθασαν οι απεργοσπάστες στο Λάντλοου, γυναίκες βρέθηκαν στην πρώτη γραµµή του πλήθους και τους γιουχάιζαν, κραδαίνοντας µπαστούνια του µπέιζµπολ, ενισχυµένα µε καρφιά. Οι γυναίκες πρόβαλαν τη σθεναρότερη αντίσταση στον αφοπλισµό του Λάντλοου (…).
Στην καλύτερη στιγµή της απεργίας, οι φιλίες, απελευθερωµένες από την περιοριστική καθηµερινότητα των οικισµών, ανακάλυπταν τη δυνατότητα να ανθίσουν, γίνονταν γενναιόδωρες. (…) Και τώρα δεν αµφισβητούσαν προκλητικά απλώς το παρελθόν και τα αγκυλωµένα έθιµά τους, αλλά τη βαθύτερη δοµή του ίδιου του βιοµηχανικού κόσµου. Στις απρόσµενες δυνατότητες που εµφανίζονταν στην απεργία, στις ευκαιρίες που έδινε για δράση και για έκφραση, οι γυναίκες αυτές ίσως είχαν πολύ περισσότερα να κερδίσουν σε σχέση µε τους άντρες τους. Με κάποιο ανεπαίσθητο αλλά ουσιώδη τρόπο, η πορεία της απεργίας είχε µεταβάλει ριζικά την ίδια τη φύση των σχέσεων αντρών και γυναικών”.
___________________________________________________________
1http://trianglefire.ilr.cornell.edu/primary/testimonials/ootss_RoseSchneiderman.html
2 http://www.workers.org/ww/1998/bread0129.php
3 Zeese Papanikolas, «Αµοιρολόιτος, Ο Λούις Τίκας και η σφαγή στο Λάντλοου»
το κείμενο σε pdf